Πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας, οι επιπτώσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα

Μια ακόμη τεράστια αναταραχή δημιουργήθηκε στις εφοδιαστικές αλυσίδες με τον πόλεμο στην Ουκρανία, μετά τα δύο χρόνια χάους λόγω COVID. Υπάρχει αβεβαιότητα πότε θα τελειώσει αυτή η κρίση, αν θα διαρκέσει χρόνια, ή, το χειρότερο σενάριο, αν θα οδηγήσει σε στρατιωτική σύγκρουση ΝΑΤΟ – Ρωσίας. Η έλλειψη αγροτικών προϊόντων και πρώτων υλών αναδεικνύει τη σημασία της τοπικής παραγωγής και ισχυρών τομέων εθνικής οικονομικής ανάπτυξης.

banner-google-news

Ακριβώς τη στιγμή που η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα άρχιζε σιγά-σιγά να ανακάμπτει από τις καταστροφικές συνέπειες που προκάλεσε η διαχείριση της Covid-19, ήρθε ο πόλεμος Ρωσίας–Ουκρανίας, για να σημάνει ότι οι δύσκολες μέρες δεν έχουν τελειώσει ακόμη. Μια νέα σοβαρή πρόκληση για την ανθρωπότητα προβάλλει, καθώς ο αντίκτυπος της σύγκρουσης γίνεται αισθητός στην έλλειψη τροφίμων και πρώτων υλών, καθώς και στην οικονομία, με τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου να εκτινάσσονται.

Οι εφοδιαστικές αλυσίδες είναι βέβαιο ότι θα αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα, καθώς τα logistics και οι μεταφορές είναι από τους τομείς που απαιτούν ενέργεια, και οι αυξανόμενες τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου μαζί με τους γεωπολιτικούς κινδύνους επιδεινώνουν την κατάσταση.

Οι διάφορες κυρώσεις και οι περιορισμοί στον εναέριο χώρο και η αύξηση των τιμών στα αεροπορικά φορτία έχουν οδηγήσει σε καθυστερήσεις, καθώς οι μεταφορείς αναγκάζονται να καταφεύγουν σε άλλες λύσεις, δαπανώντας περισσότερα χρήματα για καύσιμα σε μεγαλύτερες διαδρομές. Οι εταιρείες logistics αναπροσαρμόζουν τη στρατηγική τους, αναζητούν εναλλακτικές διαδρομές, και αξιολογούν την σημασία σιδηροδρομικών ή θαλάσσιων μεταφορών.

Το κόστος των θαλάσσιων μεταφορών όμως αυξάνεται κι αυτό, καθώς  υπάρχει συμφόρηση στα λιμάνια. Εν μέσω του φόβου για νέες κυρώσεις και περιορισμούς, πολλά εμπορεύματα διακινούνται αντί  του σιδηροδρόμου διά θαλάσσης. Από την Ασία στην Ευρώπη μεταφέρονται με τρένα διαμέσου της Ρωσίας κάθε εβδομάδα περίπου 10.000 TEU φορτίου, συμβάλλοντας σημαντικά στις εισαγωγές και τις εξαγωγές. Αυτό όμως αλλάζει, και έτσι αυξάνεται η πίεση στις θαλάσσιες μεταφορές, με αποτέλεσμα την έλλειψη εμπορευματοκιβωτίων.

Επαγγελματίες οδηγοί και ναυτικοί δεν μπορούν να ταξιδέψουν ελεύθερα λόγω της εμπόλεμης κατάστασης, καθώς πτήσεις ακυρώνονται, ή φοβούνται να εργαστούν σε περιοχές όπου διεξάγονται πολεμικές συγκρούσεις. Αυτό αποδυναμώνει την ήδη καταπονημένη εφοδιαστική αλυσίδα, και η μεταφορά εμπορευμάτων σε εμπόλεμες περιοχές παραμένει πρόκληση.

ΑΝΑΤΑΡΑΞΕΙΣ ΣΤΟΝ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟϊΟΝΤΩΝ 

Η Ρωσία είναι ένας από τους βασικούς προμηθευτές βιομηχανικών μετάλλων και γεωργικών προϊόντων. Εκτός από το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, οι κορυφαίες εξαγωγές της περιλαμβάνουν άνθρακα, σίδηρο, πλατίνα, ακατέργαστο αλουμίνιο, ξυλεία και χαλκό. Με την επιβολή κυρώσεων στη Μόσχα, η μεταφορά γεωργικών προϊόντων και μετάλλων σε διάφορα μέρη του κόσμου επηρεάζεται σοβαρά. Μέταλλα όπως το παλλάδιο έχουν ένα ευρύ φάσμα εφαρμογών, που θα είναι δύσκολο να βρεθούν, λόγω των περιορισμών στις εισαγωγές και τις εξαγωγές.

Επιπλέον, καθώς και οι δύο εμπόλεμες χώρες, Ουκρανία και Ρωσία, είναι σημαντικοί εξαγωγείς αγροτικών προϊόντων, θα επηρεαστούν οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων. Η Ρωσία εξάγει σιτάρι αξίας άνω των 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως και είναι σημαντικός παραγωγός τεράστιων ποσοτήτων βασικών συστατικών για τα λιπάσματα που χρησιμοποιούνται στις καλλιέργειες σε όλο τον κόσμο. Το 15% των παγκόσμιων εξαγωγών σιτηρών προέρχεται από την Ουκρανία, καθώς και τα δημητριακά, τα ζωικά και φυτικά έλαια και τα σπορέλαια, αντιπροσωπεύοντας το 35% των εξαγωγών της χώρας αυτής. Γεωργικά προϊόντα όπως το καλαμπόκι, το σιτάρι, το ηλιέλαιο τώρα είναι δύσκολο να διακινηθούν, καθώς εισάγονταν κυρίως από τη Ρωσία και την Ουκρανία.
Η εύρεση εναλλακτικών προμηθευτών γι’  αυτά τα εμπορεύματα αποδεικνύεται δαπανηρή για τον τομέα της εφοδιαστικής αλυσίδας, καθώς οι νέες διαδρομές είναι γεωγραφικά απομακρυσμένες.

Ήδη πολλές εταιρείες εξετάζουν τρόπους, ώστε  να μεταφέρουν την παραγωγή και την προμήθεια πιο κοντά στο «σπίτι» τους. Στα προβλήματα που συσσωρεύτηκαν τα τελευταία πέντε χρόνια, από το συνεχώς αυξανόμενο κόστος στην Ασία, τις γεωπολιτικές εντάσεις και τους εμπορικούς δασμούς, την αναταραχή που προκάλεσε η διαχείριση της πανδημίας στην παγκόσμια ναυτιλία, έρχεται σήμερα να προστεθεί η στρατιωτική σύγκρουση στην Ευρώπη, αποκαλύπτοντας τις βαθιές αλληλεξαρτήσεις στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού, και τα προβλήματα που προκύπτουν από αυτό.

Αυτό, σύμφωνα με τον Mark Millar, συγγραφέα του Global Supply Chain Ecosystems, σημαίνει ότι πολλές εταιρείες θα υιοθετήσουν μια πιο περιφερειακή προσέγγιση: π.χ. να παράγουν στη Λατινική Αμερική για τις ΗΠΑ, και να εξυπηρετούν ανεπτυγμένες αγορές της ΕΕ με προϊόντα που παράγονται σε ευρωπαϊκές χώρες χαμηλού κόστους, όπως Πολωνία, Ουγγαρία ή Τουρκία, ενδεχομένως και σε ορισμένες χώρες της Βόρειας Αφρικής.

Ειδικότερα όμως για την Ελλάδα σημαίνει, ότι χρειάζεται να υποστηριχθούν  η ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας, η εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου, η αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι Έλληνες μεταφορείς, ώστε να δημιουργηθεί αυτάρκεια και, επιπλέον, η κοινωνία και η οικονομία να ωφεληθούν από τις μεγάλες και σημαντικές επενδύσεις που γίνονται στις υποδομές logistics στη χώρα μας. Έτσι ίσως δοθούν και τα κίνητρα, να επιστρέψουν στην Ελλάδα νέοι και ικανοί άνθρωποι, που έφυγαν στο εξωτερικό αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον, το πιο παραγωγικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, με υψηλού επιπέδου προσόντα και δεξιότητες.