Έκθεση ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2021: Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις

banner-google-news

Η ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ με θέμα «Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις» παρουσιάστηκε τη Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2021, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο της ΓΣΕΒΕ. Βασικό συμπέρασμα της έκθεσης είναι ότι η ελληνική οικονομία, ύστερα από μια σύντομη πορεία ισχνής ανάκαμψης, ξαναμπήκε σε έντονη ύφεση το 2020, η οποία ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στην ΕΕ μετά της Ισπανίας. Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι υπάρχουν πολλές μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, που δεν έχουν ενσωματώσει στη δραστηριότητά τους ακόμα και ψηφιακά συστήματα χαμηλής τεχνολογικής έντασης, ενώ μόνο το 15% των μικρών και πολύ μικρών εταιρειών της χώρας διαθέτει e-shop ή συμμετέχει σε κάποια online πλατφόρμα.

«Οι τελευταίοι 20 μήνες αποτέλεσαν μια περίοδο πρωτοφανών δυσχερειών για την παγκόσμια οικονομία και τη διεθνή κοινότητα. Στο πλαίσιο αυτό, οι μικρές επιχειρήσεις κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις και αιφνίδιους περιορισμούς, λειτουργώντας σε ένα ιδιότυπο «καθεστώς απαγόρευσης λειτουργίας» (lockdown) καθώς και σε ένα περιβάλλον ραγδαίου περιορισμού της ζήτησης, σε συνδυασμό με μια συνθήκη διαταραχής των διεθνών εφοδιαστικών αλυσίδων. Ιδιαίτερα οι μικρές επιχειρήσεις καλούνται εν μέσω της πανδημίας να αντιμετωπίσουν ένα πολυεπίπεδο σύνολο εμποδίων εντός ενός παρατεταμένου υγειονομικού προβλήματος και μιας οικονομικής διαταραχής με βαθύ και επεκτεινόμενο χρονικό ορίζοντα. Υπό το πρίσμα αυτό, η Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το 2021 επιχειρεί να αναδείξει τις σημαντικότερες τάσεις σε επίπεδο οικονομικού περιβάλλοντος, τις επιπτώσεις της πανδημίας σε όρους οικονομίας και μικρών επιχειρήσεων καθώς και τις δομικές αλλαγές που προκάλεσε η υγειονομικο-οικονομική κρίση στην ελληνική οικονομία», δήλωσε ο πρόεδρος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς.


Βασικά σημεία της ‘Έκθεσης

– Η ελληνική οικονομία μετά από μία σύντομη πορεία ισχνής ανάκαμψης ξαναμπήκε σε έντονη ύφεση το 2020 η οποία ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στην ΕΕ μετά της Ισπανίας.
– Η ύφεση κορυφώθηκε στο 2ο τρίμηνο του 2020 μετά το κλείσιμο της εστίασης και του λιανεμπορίου και συνεχίστηκε σε υψηλά επίπεδα λόγω της απώλειας εθνικού εισοδήματος από τον τουρισμό.
– Οι καταναλωτικές δαπάνες ήταν η συνιστώσα του ΑΕΠ που επλήγη περισσότερο σημειώνοντας μείωση κατά 6,37%
– Οι καθαρές επενδύσεις που αναδείχθηκαν ως ο μεγάλος ασθενής κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης συνέχισαν για δέκατο συνεχόμενο χρόνο να κυμαίνονται σε αρνητικό πρόσημο. Η επανέναρξη της κατασκευαστικής δραστηριότητας την τελευταία τριετία συγκρατεί την οικονομία από ακόμα μεγαλύτερη αποεπένδυση.
– Η ανεργία το 2020 στην Ελλάδα ανήλθε στο 16,3% συνεχίζοντας την πορεία αποκλιμάκωσης της, εν τούτοις, η Ελλάδα σήμερα είναι η χώρα με την υψηλότερη ανεργία στην ΕΕ. Καταλυτικό ρόλο για τη συγκράτηση της ανεργίας φαίνεται έπαιξε η σύνδεση των μέτρων στήριξης με τη διατήρηση των θέσεων εργασίας.
– Το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών, μετά από μία σύντομη πορεία ισοσκελισμού σημείωσε σημαντική επιδείνωση λόγω της απώλειας εθνικού εισοδήματος από τον τουρισμό.
– Η αύξηση των ρευστών καταθέσεων συνεχίστηκε εντονότερα μέσα στο 2020. Εντούτοις παρατηρείται μία συστηματική μείωση των μακροπρόθεσμων καταθέσεων, κυρίως ως αποτέλεσμα των μηδενικών επιτοκίων που προωθεί η ΕΚΤ τα τελευταία χρόνια.
– Η αύξηση της χρηματοδότησης το 2020 οφείλεται καθαρά στο γεγονός ότι τα μέτρα στήριξης πέρασαν μέσα από το τραπεζικό σύστημα. Η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων εξακολουθεί να είναι κορυφαίο πρόβλημα ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις καθώς η πιστωτική επέκταση των τελευταίων ετών παραμένει αρνητική
– Τον αποπληθωρισμό της τάξης του -1,2% που σημειώθηκε το 2020 διαδέχθηκε έντονος πληθωρισμός από το 2 ο τρίμηνο του 2021. Ο πληθωρισμός αυτός δημιουργείται τόσο από τη διακοπή των εφοδιαστικών αλυσίδων κατά τη διάρκεια της πανδημίας όσο και από την αύξηση των διεθνών τιμών ενέργειας.
– Το 2020 υπήρξε δημοσιονομικός εκτροχιασμός με το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης να φτάνει στο 9,73%. Η αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και η μείωση του ΑΕΠ οδήγησε στην εκτόξευση του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης στο 205,6% το 2020.
– Τα μέτρα αναγκαστικού κλεισίματος επιχειρήσεων δημιούργησαν ένα νέο διαχωρισμό στις ελληνικές επιχειρήσεις μεταξύ όσων προϋποθέτουν ανθρώπινη επαφή κι όσων δεν προϋποθέτουν.
– Συγκρίνοντας το 2019 με το 2021, στη βάση όσων στοιχείων υπάρχουν διαθέσιμα μέχρι τώρα για το 2021, ο κανόνας θέλει το 2021 να είναι καλύτερο από το 2020 αλλά χειρότερο από το 2019.
– Υπάρχουν ωστόσο δύο εξαιρέσεις. Πρώτον, κλάδοι που τα πήγαν καλύτερα και από το 2019 και από το 2020, όπως το εμπόριο και δεύτερο, κλάδοι που τα πήγαν χειρότερα και από το 2019 και από το 2020, όπως η ακίνητη περιουσία και η διασκέδαση.

Η εικόνα των ΜμΕ

– Στους μεγάλους χαμένους του 1ου κύματος αναγκαστικού κλεισίματος ο κλάδος καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων, τα καταλύματα και η εστίαση. Στους κερδισμένους: καταστήματα ειδών διατροφής, κατασκευές και βιομηχανία.
– Σχετικά με την έναρξη δραστηριοτήτων νέων επιχειρήσεων, οι 3 στις 4 είναι ατομικές επιχειρήσεις, που σημαίνει μικροί τζίροι ή οιονεί μισθωτή εργασία.
– Η πλειονότητα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων κατέγραψε σοβαρή μείωση του κύκλου εργασιών κατά τη διάρκεια της πανδημίας
Συγκεκριμένα:
α’ εξάμηνο 2020 : 8 στις 10 επιχειρήσεις (80,6%) , με μεσοσταθμική μείωση του κύκλου εργασιών να διαμορφώνεται στο 46,4%
β΄εξάμηνο2020 : 7 στις 10 επιχειρήσεις (70,7%) , με μεσοσταθμική μείωση του κύκλου εργασιών 47,8% α΄εξάμηνο 2021 : πάνω από 1 στις 2 επιχειρήσεις (55%), με μεσοσταθμική μείωση κύκλου εργασιών 41,4%
– Το 2020 σε σύγκριση με το 2019 συντελέστηκε πλήρης ανατροπή στη κερδοφορία των επιχειρήσεων. Σχεδόν διπλασιάστηκαν οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν ζημιές (47,8% το 2020 έναντι 27,6% το 2019). Υποδιπλασιάστηκαν οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν κέρδη (27,3% το 2020 από 55,2% το 2019).
– Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν σημαντικά οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με σοβαρά προβλήματα ρευστότητας. Τα ποσοστά των επιχειρήσεων με μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα ήταν: 14,8% τον Ιούνιο του 2020, 24,7% τον Φεβρουάριο του 2021 και 21,4% τον Ιούλιο του 2021
– Τα μέτρα που ελήφθησαν για τη στήριξη των επιχειρήσεων μετρίασαν τον αρνητικό αντίκτυπο της πανδημίας, ωστόσο δεν ήταν αρκετά για να αποκαταστήσουν τη ρευστότητα του συνόλου των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.
– Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές.
– Όπου εφαρμόστηκαν στοχευμένα μέτρα στήριξης οι οφειλές συγκρατήθηκαν.
– Παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων.
– Τα μέτρα στήριξης απέτρεψαν τα μαζικά λουκέτα κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
– Όμως, καθώς η οικονομία επιστρέφει σε σχετικά ομαλές συνθήκες και τα μέτρα προστασίας αποσύρονται ο κίνδυνος εκδήλωσης εκτεταμένων λουκέτων παραμένει, ιδιαίτερα για τις επιχειρήσεις που η κατάσταση τους επιδεινώθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας.